ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΒΑΓΓΕΛΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΓΙΑ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΚΑΙ ΝΔ

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ Η ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ

ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΩ ΟΤΙ ΤΩΡΑ ΟΙ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΝΟΜΙΚΙΣΤΙΚΑ ΤΕΡΤΙΠΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΝΑΝΕ ΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΕΝΩ ΠΡΙΝ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΟΥΣΑΝ ΟΡΘΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΡΕΙΑ ΠΡΑΞΕΩΝ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ; ΩΡΑΙΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΝΕΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΔΙΑΒΛΕΠΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ...ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΘΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΠΩΣ ΔΕΝ ΣΥΝΕΒΗ ΤΙΠΟΤΑ...Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΘΕΣΗ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ. ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΕΧΕΤΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΟΙΜΠΛΕ Η ΦΟΒΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ.

ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΕΛΠΙΔΑΣ...

Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ ΒΛΕΠΩ ΟΤΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΕΝΑΛΛΑΣΣΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ...

ΑΠΟ ΤΑ EMAIL ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗ ΣΕ ΑΥΤΑ ΤΟΥ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ

ΤΕΛΙΚΑ ΑΠΟ ΤΑ EMAIL ΤΟΥ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗ ΠΕΡΑΣΑΜΕ ΣΤΑ EMAIL ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΠΡΟΣ ΤΡΟΙΚΑ. Η ΧΩΡΑ ΖΕΙ ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ...

ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΡΙΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΤΟΜΩΣ..

ΕΡΧΕΤΑΙ ΤΡΙΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΤΟΜΩΣ..

Μητσοτάκης:«Copy paste από το μνημόνιο το mail Βαρουφάκη»

«Copy paste από το μνημόνιο το mail Βαρουφάκη»

Μητσοτάκης: Η ΝΔ θα ψηφίσει τη συμφωνία αν έρθει στη Βουλή

Μητσοτάκης: Η ΝΔ θα ψηφίσει τη συμφωνία αν έρθει στη Βουλή
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης   (Φωτογραφία:  ΑΠΕ )


Με φόντο τις αντιδράσεις στον ΣΥΡΙΖΑ για τη συμφωνία παράτασης του προγράμματος, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι το κόμμα του θα υπερψηφίσει το κείμενο εάν έρθει στη Βουλή.
Παράλληλα, υποστήριξε ότι «μεγάλο κομμάτι του mail Βαρουφάκη είναι copy paste από το καταραμένο μνημόνιο», ενώ εξέφρασε την εκτίμηση ότι επίκειται 3ο μνημόνιο.
Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό «Παραπολιτικά», ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισήμανε, μεταξύ άλλων: «Η παράταση, την οποία η κυβέρνηση ζήτησε, θα ψηφιστεί και από τη Νέα Δημοκρατία, απομένει όμως να διευκρινιστεί πότε θα έρθει προς ψήφιση. Η προθεσμία λήγει στις 28 Φεβρουαρίου, κατά συνέπεια μέχρι το Σάββατο πρέπει, είτε να επικυρωθεί στη Βουλή, είτε ως Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, διότι την 1η Μαρτίου η χώρα δεν μπορεί να μείνει ακάλυπτη».
Αναφερόμενος στη λίστα Βαρουφάκη, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ υποστήριξε: «Στη συζήτηση θα φανεί πως μιλάμε για τετράμηνη επέκταση της υφιστάμενης δανειακής σύμβασης. Αν ανατρέξετε στο "καταραμένο μνημόνιο" θα διαπιστώσετε ότι ένα μεγάλο κομμάτι του email Βαρουφάκη είναι copy paste, δηλαδή μεταρρυθμίσεις οι οποίες υπήρχαν και τις οποίες υλοποιούσαμε και καλώς η κυβέρνηση θα συνεχίσει να υλοποιεί».
Σχετικά με το δημοσιονομικό κενό, ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε: «Πρέπει, όμως, να επισημάνουμε μια σημαντική εκτροπή στον προϋπολογισμό, ήδη από τον πρώτο μήνα, η οποία θα καταστήσει την επίτευξη αυτού του στόχου [πρωτογενές πλεόνασμα] εξαιρετικά δύσκολη για την κυβέρνηση».
Ο ίδιος πρόσθεσε: «Ήδη το Μάρτιο θα υπάρξουν σημαντικές χρηματοδοτικές ανάγκες, τις οποίες η κυβέρνηση δεν μας έχει εξηγήσει πως θα καλύψει».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέφρασε, δε, την εκτίμηση ότι επίκειται 3ο μνημόνιο. «Η κυβέρνηση ζήτησε τετράμηνη παράταση αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα γίνει στο τέλος του Ιουνίου κι αν υπάρχει στον ορίζοντα τρίτο μνημόνιο. Κατά τη γνώμη μου ένα τρίτο μνημόνιο είναι προ των πυλών και αυτό δεν είναι καλό για τη χώρα. Αντίθετα αυτό που είναι θετικό είναι ότι πλέον υπάρχει μια συμφωνία σε μεταρρυθμίσεις κοινής λογικής και αφήνουμε πίσω μας αυτόν τον ψεύτικο διχασμό μνημονίου - αντιμνημονίου».

ΠΗΓΗ: Newsroom ΔΟΛ

Κουτσούμπας: Στο τέλος Ιουνίου θα έρθει νέο μνημόνιο

Επίθεση στην κυβέρνηση

Κουτσούμπας: Στο τέλος Ιουνίου θα έρθει νέο μνημόνιο

Κουτσούμπας: Στο τέλος Ιουνίου θα έρθει νέο μνημόνιο
Ο Δημήτρης Κουτσούμπας   (Φωτογραφία:  ΑΠΕ )


Σκληρή επίθεση στην κυβέρνηση εξαπέλυσε ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, χαρακτηρίζοντας «διαφημιστική απάτη» τα περί «σκληρής» διαπραγμάτευσης και τόνισε ότι στο τέλος Ιουνίου θα έρθει νέο μνημόνιο. Υπογράμμισε ότι ο όρος «Αριστερά» έχει γίνει πλέον «λάστιχο» και ζητά από το λαό να συμμετάσχει στο συλλαλητήριο που οργανώνει αύριο, Παρασκευή στο Σύνταγμα.

Ο κ. Κουτσούμπας που θα μιλήσει στο συλλαλητήριο τόνισε ότι ο λαός δεν πρέπει να απογοητεύεται, αλλά να οργανωθεί και να παλέψει, όπως ανέφερε μιλώντας στον ΑΝΤ1.

Περιέλαβε στο διεκδικητικό πλαίσιο, μεταξύ άλλων, τη θέσπιση κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού και 13ης και 14ης σύνταξης, την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και των αντιλαϊκών φορολογικών νόμων και τη θέσπιση αφορολόγητου 40.000 ευρώ για την οικογένεια.

Επίσης, σχετικά με την πρόταση νόμου που έχει καταθέσει το ΚΚΕ στη Βουλή για κατάργηση του μνημονίου και των όλων των εφαρμοστικών νόμων, είπε ότι αυτό μπορεί να γίνει με ένα νόμο και υπενθύμισε ότι η πρόταση αυτή είχε κατατεθεί σε Επιτροπή της Βουλής και επί της αρχής είχε ψηφιστεί και από τον ΣΥΡΙΖΑ. «Με βάση τις διακηρύξεις του, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να φέρει την πρόταση στην Ολομέλεια της Βουλής» πρόσθεσε.

Ο κ. Κουτσούμπας χαρακτήρισε «διαφημιστική απάτη» τα περί «σκληρής» διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης και επισήμανε ότι διαπραγμάτευση εντός του συγκεκριμένου πλαισίου, σημαίνει πως θα ληφθούν υπόψη το τι λένε οι δανειστές. Πρόσθεσε ότι στο τέλος Ιουνίου θα έλθει νέο μνημόνιο, -ανεξαρτήτως ονομασίας- το οποίο κατά 70% θα περιέχει όσα έχουν συμφωνηθεί μέχρι τώρα, ενώ το υπόλοιπο 30% θα περιλαμβάνει μέτρα από την «εργαλειοθήκη» του ΟΟΣΑ και τόνισε πως ό,τι και να επιλεγεί από αυτήν είναι αντιλαϊκό μέτρο.

Ερωτηθείς σχετικά, είπε ότι στην πολιτική ενίοτε μπορεί ένας συμβιβασμός να είναι και απαραίτητος, τονίζοντας ότι έχει σημασία τι είδους είναι αυτός και πρόσθεσε ότι ο συμβιβασμός της κυβέρνησης είναι αντιλαϊκός και οδηγεί σε επικίνδυνους για τον λαό δρόμους. «Αποδέχονται όσα έχουν γίνει μέχρι τώρα και προχωρούν σε εκσυγχρονισμούς, τον Απρίλιο ακόμα και τα "ψίχουλα" θα πρέπει να παρουσιαστούν συγκεκριμένα και κοστολογημένα, καθώς δεν πρέπει να ανατρέπουν το συγκεκριμένο πρόγραμμα» είπε ο κ. Κουτσούμπας.

Ανάφερε ότι εξαιτίας αυτών των δεσμεύσεων, η κυβέρνηση τελικά θα προσφύγει, όπως κάνει τώρα η Θεανώ, Φωτίου, στην Εκκλησία και τους χορηγούς, στις ΜΚΟ και στις δομές που έχουν μεταφέρει χωρίς καμία στήριξη στους δήμους, για να εξασφαλιστεί η «σούπα του φτωχού» πράγμα που έτσι κι αλλιώς κάνει και τώρα η Εκκλησία.

Είπε ότι η πρόταση του ΚΚΕ είναι πρόταση ρήξης με την ΕΕ, επισήμανε ότι η χώρα έχει πλούτο, αλλά η παραγωγική δυνατότητα και ανάπτυξη διαφόρων τομέων της οικονομίας δεσμεύονται από τις στρατηγικές επιλογές της ΕΕ, «οι οποίες θα εξακολουθήσουν να ακολουθούνται και σύμφωνα με τη λίστα Βαρουφάκη» και πρόσθεσε ότι η ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ αν δεν συνοδεύεται από κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων από την λαϊκή εξουσία, ώστε αυτή να έχει τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια της, «είναι μια τρύπα στο νερό».

Ο κ. Κουτσούμπας ερωτηθείς σχετικά είπε ότι η πρόταση του ΚΚΕ εμπεριέχει δυσκολίες, ωστόσο είναι αυτή που «οδηγεί σε ξέφωτο», και πρόσθεσε ότι δεν βρισκόμαστε στον προηγούμενο αιώνα, η Ελλάδα είναι ανεπτυγμένη χώρα και μπορεί να υλοποιήσει με λαϊκή εξουσία όλες τις παραγωγικές της δυνατότητες, με εθνικό σχεδιασμό προς όφελος του λαού.

Με αφορμή ερώτηση περί «κλειστών τραπεζών σε περίπτωση ρήξης με τους εταίρους», τόνισε ότι αυτή είναι η γνωστή τακτική όπου το «εμπόριο της ελπίδας εναλλάσσεται με το εμπόριο του φόβου» και υπογράμμισε ότι αυτό πρέπει επιτέλους να σταματήσει.

Σε ό,τι αφορά την ερώτηση αν το ΚΚΕ συμμερίζεται την «αίσθηση» πως κάτι έχει αλλάξει με «κυβέρνηση αριστεράς», ο κ. Κουτσούμπας επισήμανε καταρχήν ότι η κυβέρνηση ονομάζει τον εαυτό της «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας και όχι αριστερή», πρόσθεσε ότι ο όρος «αριστερά» έχει γίνει πλέον «λάστιχο» και υπογράμμισε ότι το ζήτημα είναι «τι υπηρετείς και ποιον θέλεις να υπηρετήσεις. Αν θέλεις να υπηρετήσεις τον λαό τότε είσαι απέναντι σε όλους τους "θεσμούς"».

ΠΗΓΗ:Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Βαρουφάκης: Η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα να αποπληρώσει ΔΝΤ και ΕΚΤ

Πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για τη χρηματοδότηση

Βαρουφάκης: Η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα να αποπληρώσει ΔΝΤ και ΕΚΤ

Βαρουφάκης: Η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα να αποπληρώσει ΔΝΤ και ΕΚΤ
  (Φωτογραφία:  Reuters )


Η Ελλάδα δεν έχει άμεσο πρόβλημα ρευστότητας, αλλά «σίγουρα θα αντιμετωπίσουμε πρόβλημα στην αποπληρωμή δόσεων στο ΔΝΤ τώρα και στην ΕΚΤ τον Ιούλιο» δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, καθιστώντας σαφές ότι από σήμερα ξεκινά νέος Γολγοθάς για την κυβέρνηση αφού -εκτός των άλλων- πέφτει στο τραπέζι των συζητήσεων με τους θεσμούς η κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού.

Η Ευρώπη δεν θα διακινδυνεύσει τη διάλυσή της για μερικά δισεκατομμύρια, εκτιμά ο Γ.Βαρουφάκης, δεν εκταμιεύεται ούτε ένα ευρώ χωρίς ολοκλήρωση της αξιολόγησης και τήρηση δεσμεύσεων, διαμηνύουν Γ.Ντάισελμπλουμ και Β.Σόιμπλε.

Τη σχετική δήλωση του υπουργού Οικονομικών στο ραδιόφωνο του Alpha για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα στην καταβολή πληρωμών χρέους προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το καλοκαίρι, μεταδίδει το Reuters.

«Δεν θα έχουμε προβλήματα ρευστότητας με τον δημόσιο τομέα. Αλλά σίγουρα θα έχουμε πρόβλημα στην αποπληρωμή δόσεων στο ΔΝΤ τώρα και στην ΕΚΤ τον Ιούλιο» είπε ο υπουργός Οικονομικών.

Στο πρόβλημα του χρηματοδοτικού κενού αναφέρθηκαν ήδη από χθες, Τρίτη, μετά την έγκριση από το Eurogroup της ελληνικής λίστας μεταρρυθμίσεων, στελέχη του οικονομικού επιτελείου, μιλώντας χαρακτηριστικά για «αχαρτογράφητο ζήτημα» και σημειώνοντας ότι «μέχρι τώρα πασχίζαμε για το πλαίσιο. Το θέμα του χρηματοδοτικού κενού αρχίζει από αύριο το πρωί».

Στις αυξημένες ανάγκες για ρευστότητα με βάση τις υποχρεώσεις της χώρας από τώρα και μέχρι τον Αύγουστο, αναφέρθηκε και ο υπουργός Εργασίας Π.Σκουρλέτης επιβεβαιώνοντας ότι το θέμα δεν έχει συζητηθεί. «Τα πράγματα δεν είναι ρόδινα», σημείωσε ο κ. Σκουρλέτης τονίζοντας ότι ακολουθεί «τετράμηνο καθημερινής διαπραγμάτευσης».

«Ούτε ευρώ χωρίς αξιολόγηση»

Αν και ο έλληνας υπουργός Οικονομικών εμφανίσθηκε πεπεισμένος ότι η Ευρώπη θα λύσει αυτό το πρόβλημα ρευστότητας, Σόιμπλε και Ντάισελμπλουμ εμφανίζονται σκληροί και απόλυτοι ξεκαθαρίζοντας σε όλους τους τόνους ότι δεν θα εκταμιευτεί ούτε ένα ευρώ βοήθειας εάν δεν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και δεν τηρηθούν οι δεσμεύσεις.

Ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, απαντώντας σε ερώτηση-τοποθέτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ Γιώργου Κύρτσου, επέμεινε ότι η χρηματοδότηση του Ελληνικού Δημοσίου, με την καταβολή των προγραμματισμένων δόσεων, θα πραγματοποιηθεί στο τέλος της αξιολόγησης. Διευκρίνισε δε ότι θα ισχύσουν οι κανόνες αξιολόγησης που ίσχυαν για την προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση.

Δίνοντας τη δική του μάχη να πείσει την γερμανική βουλή να ψηφίσει την τετράμηνη παράταση του ελληνικού προγράμματος βοήθειας το βασικό επιχείρημα του γερμανού υπουργού Οικονομικών Β.Σόιμπλε, είναι ότι αυτό συνοδεύεται από ελληνικές δεσμεύσεις για σοβαρές μεταρρυθμίσεις.

«Ούτε ένα ευρώ δεν θα δοθεί, πριν η Ελλάδα εκπληρώσει τις δεσμεύσεις της. Αν εκπληρώσουν (τις δεσμεύσεις τους), τότε θα μπορέσουν να λάβουν τις δόσεις που απομένουν» επαναλαμβάνει δοθείσης ευκαιρίας ο Σόιμπλε και προσθέτει: «Και αν δεν τις εκπληρώσουν, οι δόσεις δεν θα καταβληθούν».

Σε ηπιότερους τόνους και πάντα πιο αισιόδοξος ο Γιάνης Βαρουφάκης σε συνέντευξή του στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC, αναγνωρίζοντας ότι υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας, εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Ευρώπη δεν θα διακινδυνεύσει τη διάλυσή της για μερικά δισεκατομμύρια ευρώ.

«Είμαστε σίγουροι ότι η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα. Μπορείτε να φανταστείτε την Ευρώπη να κινδυνεύει τη διάλυσή της για μερικά δισεκατομμύρια ευρώ;» σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Βαρουφάκης.

Οι υποχρεώσεις μέχρι το καλοκαίρι

Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης έχουν συμφωνήσει σε τετράμηνη παράταση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης από ΕΕ και ΔΝΤ, αλλά η χρηματοδότηση θα αποδεσμευθεί μόνο μετά την έγκριση των λεπτομερών οικονομικών σχεδίων της νέας ελληνικής κυβέρνησης, αναφέρει το Reuters.

Μετά από τις πληρωμές τόκων αυτόν τον μήνα περίπου 2 δισ. ευρώ σε ιδιώτες ομολογιούχους και επίσημους δανειστές, η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει ένα δάνειο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου περίπου 1,6 δισ. ευρώ που λήγει τον Μάρτιο, προσθέτει το Reuters.

Στη συνέχεια χρειάζεται 0,8 δισ. ευρώ για πληρωμές τόκων τον Απρίλιο και περίπου 7,5 δισ. ευρώ τον Ιούλιο και τον Αύγουστο για την ωρίμανση ομολόγων που βρίσκονται στην κατοχή της ΕΚΤ και περισσότερες πληρωμές τόκων.

Σημειώνεται πως η κυβέρνηση εξετάζει να επανέλθει με αίτημα στην ΕΚΤ προκειμένου να της επιτραπεί να δανειστεί έως 8 δισ. ευρώ τους επόμενους μήνες, εκδίδοντας επιπλέον έντοκα γραμμάτια πέραν από τις προγραμματισμένες εκδόσεις των 15 δισ. ευρώ. Ακόμη διεκδικεί να της δοθούν τα 1,9 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στα κέρδη από ελληνικά ομόλογα που έχει στην κατοχή του το ευρωσύστημα, ώστε να αποπληρώσει με αυτά τα 1,6 δισ. ευρώ της δόσης του ΔΝΤ του Μαρτίου.

A.T

ΠΗΓΗ Newsroom ΔΟΛ

Άρθρο-φωτιά Μηλιού για τις διαπραγματεύσεις Βαρουφάκη

Άρθρο-φωτιά Μηλιού για τις διαπραγματεύσεις Βαρουφάκη


Σε ένα μακροσκελές κείμενο, το οποίο ανήρτησε στην προσωπική του σελίδα στο facebook ο Γ. Μηλιός και συνυπογράφει με τους Σπ. Λαπατσιώρα και Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλο, αναλύονται τα κεντρικά σημεία της συμφωνίας για την τετράμηνη παράταση.

Αφού η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου χαρακτηρίζεται, «ένα πρώτο βήμα σε ολισθηρό έδαφος», σημειώνεται ότι «αποτελεί ανακωχή που επετεύχθη με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης και αποδοχή από την άλλη πλευρά (των «θεσμών»).

«Στο επόμενο διάστημα», τονίζεται, «μέχρι το πέρας του τετραμήνου, θα διαμορφωθούν οι όροι διαπραγμάτευσης για την επόμενη συμφωνία. Αυτό κατά μία έννοια σημαίνει ότι δεν κρίθηκε τίποτα ακόμη. Όμως, η αποτίμηση αυτή είναι επισφαλής. Πρώτον, η ίδια η "μεταβατική" συμφωνία αλλάζει το συσχετισμό δύναμης. Δεύτερον, επειδή οι "εχθροπραξίες" θα συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια του τετραμήνου (έλεγχος των δεσμεύσεων και επανερμηνεία των όρων της από κάθε πλευρά) απαιτείται να κατανοήσουμε πρώτα το τοπίο των διαπραγματεύσεων».

Σε άλλο σημείο του κειμένου, γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι «οι τελικές αποφάσεις απαιτούν την έγκριση των “θεσμών”: Οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να απόσχουν από την ακύρωση μέτρων και από μονομερείς αλλαγές των πολιτικών και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα επηρέαζαν αρνητικά τους δημοσιονομικούς στόχους, την ανάκαμψη της οικονομίας ή τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπως αυτά αξιολογούνται από τους θεσμούς».

«Αλλά και εδώ ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες: στις μορφές που θα λάβει η αναδιοργάνωση», τονίζεται.

Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατά της συμφωνίας

Αναλυτικά το άρθρο:

«Μόνη διέξοδος η φυγή προς τα εμπρός!

των Σπύρου Λαπατσιώρα, Γιάννη Μηλιού και Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου

1. Εισαγωγή

Μία αποτίμηση της «μεταβατικής» συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου είναι ότι αποτελεί ανακωχή που επετεύχθη με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης και αποδοχή από την άλλη πλευρά (των «θεσμών»).

Στο επόμενο διάστημα, μέχρι το πέρας του τετραμήνου, θα διαμορφωθούν οι όροι διαπραγμάτευσης για την επόμενη συμφωνία. Αυτό κατά μία έννοια σημαίνει ότι δεν κρίθηκε τίποτα ακόμη. Όμως, η αποτίμηση αυτή είναι επισφαλής.

Πρώτον, η ίδια η «μεταβατική» συμφωνία αλλάζει το συσχετισμό δύναμης. Δεύτερον, επειδή οι «εχθροπραξίες» θα συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια του τετραμήνου (έλεγχος των δεσμεύσεων και επανερμηνεία των όρων της από κάθε πλευρά) απαιτείται να κατανοήσουμε πρώτα το τοπίο των διαπραγματεύσεων.

2. Συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου: Ένα πρώτο βήμα σε ολισθηρό έδαφος …

2α. Οι στόχοι της διαπραγμάτευσης

Η ελληνική κυβέρνηση προσήλθε στο Eurogroup της 12ης Φεβρουαρίου, δηλαδή στην πρώτη ουσιαστική φάση της διαπραγμάτευσης, με αίτημα μια συμφωνία σε ένα νέο «πρόγραμμα-γέφυρα», δηλώνοντας ρητά ότι είναι αδύνατη η παράταση του υπάρχοντος προγράμματος, που έχει απορριφθεί από τον ελληνικό λαό:

1. Το «πρόγραμμα-γέφυρα» δεν θα περιελάμβανε όρους, αξιολογήσεις κλπ., αλλά μια επίσημη αποτύπωση της βούλησης όλων των πλευρών για διαπραγμάτευση χωρίς πιέσεις και εκβιασμούς και χωρίς οποιαδήποτε μονομερή ενέργεια.

2. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα θα παραιτείτο από τις εναπομείνασες δόσεις του προηγούμενου προγράμματος – πέραν των 1, 9 δισ. ευρώ που οφείλουν να επιστρέψουν η ΕΚΤ και οι Κεντρικές Τράπεζες των κρατών-μελών από τα κέρδη που είχαν από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων (προγράμματα SMP και ANFA) – και θα της δινόταν η δυνατότητα έκδοσης εντόκων γραμματίων πέρα από το όριο των 15 δισ., ώστε να καλύψει τυχόν έκτακτες ανάγκες.

3. Στο τέλος της μεταβατικής αυτής περιόδου, (α) η Ελλάδα θα καταθέσει τις τελικές της προτάσεις, που σύμφωνα με τις Προγραμματικές Δηλώσεις της κυβέρνησης θα περιλαμβάνουν ένα νέο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικήςγια τα επόμενα 3-4 χρόνια και ένα νέο εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και παράλληλα (β) θα τεθεί το ζήτημα της διαπραγμάτευσης για αναδιάρθρωση-ελάφρυνση του δημόσιου χρέους.

Η γερμανική κυβέρνηση αλλά και οι «θεσμοί» (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) προσήλθαν στη διαπραγμάτευση με τη θέση ότι η Ελλάδα έπρεπε να ζητήσει εξάμηνη «τεχνική επέκταση» του υφιστάμενου Προγράμματος (το οποίο για επικοινωνιακούς λόγους δέχθηκαν να μετονομαστεί σε «υφιστάμενο διακανονισμό» – existing arrangement), ώστε να γίνει δυνατή η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης (successful completion of the review).

2β. Η έκβαση της διαπραγμάτευσης

Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου περιλαμβάνει τετράμηνη παράταση της «Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (Master Financial Assistance Facility Agreement, MFFA), η οποία θεμελιώνεται σε ένα σύνολο δεσμεύσεων».

Η παράταση της Σύμβασης («η οποία θεμελιώνεται σε ένα σύνολο δεσμεύσεων») σημαίνει: (α) αξιολογήσεις από τους τρεις «θεσμούς», (β) δεσμεύσεις ή όρους, (γ) συνέχιση της χρηματοδότησης με βάση το πλάνο των δόσεων του υφιστάμενου Προγράμματος, εφόσον υπάρξει θετική αξιολόγηση, (δ) επιστροφή των κερδών της ΕΚΤ και των εθνικών ΚΤ από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων, και πάλι όμως εφόσον υπάρξει θετική αξιολόγηση από τους «θεσμούς» (δεδομένης μάλιστα της «ανεξαρτησίας» της ΕΚΤ).

Με δυο λόγια πρόκειται για την απόρριψη-απόσυρση των σημείων (1) και (2) με τα οποία προσήλθε η ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε εδώ ότι δεν υπάρχει καμία ρητή αναφορά στην κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών (π.χ. ότι θα επιτραπεί η έκδοση εντόκων για να πληρωθούν χρεολύσια, τόκοι και έκτακτες ανάγκες) μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης – εκτός αν η αναφορά στην «ανεξαρτησία της ΕΚΤ» υπονοεί την «ευχέρεια» αυτής να εξετάζει κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίνεται «θετικά» στις «δεσμεύσεις» που συνοδεύουν την επέκταση της συμφωνίας (γεγονός το οποίο αναμφισβήτητα δυσχεραίνει τις όποιες «ερμηνευτικές» προσπάθειες προτίθεται να κάνει η κυβέρνηση σχετικά με τη συμφωνία).
Ταυτόχρονα, στη Συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου περιλαμβάνεται η θέση:

«Οι ελληνικές αρχές δεσμεύθηκαν επίσης να εγγυηθούν τα απαραίτητα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα ή τα έσοδα που απαιτούνται για να εγγυηθούν τη βιωσιμότητα του χρέους, όπως όριζε το ανακοινωθέν του Γιούρογκρουπ του Νοεμβρίου του 2012».

Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση παραιτείται από το στόχο διαπραγμάτευσης για την αναδιάρθρωση-απομείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και υιοθετεί το «πρόγραμμα βιωσιμότητας» που στηρίζεται στην «πληρωμή του κεφαλαίου του χρέους» μέσω πρωτογενών πλεονασμάτων. Αυτό σημαίνει την απόρριψη-απόσυρση και του σκέλους (β) του σημείου (3) με το οποίο προσήλθε η ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση.

Αυτό που κέρδισε η ελληνική κυβέρνηση (πέρα από την αλλαγή στην ορολογία, για την οποία έγινε τόση συζήτηση), είναι:

Α) Το σκέλος (α) του σημείου (3) των προτάσεών της, δηλαδή την ευχέρεια να προτείνει εκείνη προς έγκριση από τους «θεσμούς» τις μεταρρυθμίσεις για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση και την ανάπτυξη.

Έτσι απορρίφθηκαν τα μέτρα που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση (μείωση συντάξεων και αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά) και συμφωνήθηκε να δοθεί το βάρος στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της λαθρεμπορίας, στη μεταρρύθμιση του δημοσίου, στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος κλπ.

Β) Η διαπραγμάτευση για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2015. Αντί του συμφωνημένου 3% του ΑΕΠ, η συμφωνία αφήνει το ζήτημα ανοιχτό για τον προσδιορισμό ενός χαμηλότερου ποσοστού: «Οι θεσμοί, σε ό, τι αφορά τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2015, θα λάβουν υπόψη τους τις οικονομικές συνθήκες του 2015».

Επομένως καθίσταται σαφές ότι αν η συμφωνία συνιστά ανακωχή, στην προκειμένη περίπτωση ανακωχή δεν σημαίνει «ισοπαλία»: Η συμφωνία αποτελεί ένα πρώτο βήμα σε ολισθηρό έδαφος. Ναι μεν δίνεται χρόνος για το επόμενο βήμα, αλλά το τοπίο που οργανώνεται είναι ασφυκτικό, ελάχιστα θυμίζει τα minimum που επιζητούσε η κυβέρνηση μέχρι και τις 12 Φεβρουαρίου.

3. Υπάρχει ακόμα περιθώριο για αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού;
3α. Η επιτήρηση ως ισορροπία ανάμεσα σε «πολιτικό» και «ηθικό» κίνδυνο.

Η πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ και της ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι η ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή εκείνης της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής που επιδιώκει να εναποθέσει όλες τις κοινωνικές διαδικασίες (από την εκπαίδευση και την κοινωνική ασφάλιση μέχρι το δημόσιο χρέος) στη δικαιοδοσία και το «ρυθμιστικό ρόλο» των αγορών.

Η ευρωπαϊκή Αριστερά επιδιώκει έτσι να διασφαλίσει εκείνη την ελευθερία άσκησης κυβερνητικής πολιτικής, που θα της επιτρέψει να περιορίσει την ισχύ των αγορών, φέρνοντας στο προσκήνιο τις κοινωνικές ανάγκες.

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένα «πρόγραμμα» συνεχούς ενίσχυσης των συμφερόντων του κεφαλαίου, σε βάρος των συμφερόντων των εργαζομένων, των επαγγελματιών, των συνταξιούχων, της νεολαίας, των μικρομεσαίων.

Ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, όπως εκφράζεται, για παράδειγμα, από τον κ. Σόιμπλε, δεν στερείται ορθολογικών στόχων και στρατηγικής, παρά τις ρητορικές ευκολίες που δίνει ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός σε όποιον τον χρησιμοποιεί. Επιχειρεί να επιλύσει και μέχρι στιγμής το κάνει, ορθολογικά, δύο προβλήματα:

Πρώτον, τη νομιμοποίηση ενός εργασιακού μοντέλου χωρίς δικαιώματα και κοινωνική προστασία, με χαμηλές και εύκαμπτες αμοιβές, χωρίς ουσιαστική διαπραγματευτική δυνατότητα από τη μεριά των εργαζομένων, έτσι ώστε να δημιουργηθούν ευνοϊκές συνθήκες για την κερδοφορία και τη συσσώρευση κεφαλαίου.

Δεύτερον, την οργάνωση της Ευρωζώνης (συντονισμός δημοσιονομικών πολιτικών, τραπεζική ενοποίηση, προγράμματα διάσωσης κλπ.) με στόχο μία Οικονομική και Νομισματική Ένωση στην οποία τα κράτη μέλη δεν θα υποκύπτουν στον «ηθικό κίνδυνο» να στηρίζουν κοινωνικές (ή άλλες) δαπάνες προσφεύγοντας στον δημόσιο δανεισμό. Τα κράτη υποβάλλονται στο δίλημμα λιτότητα-περικοπές-ιδιωτικοποιήσεις ή κίνδυνος χρεοστασίου, με αποτέλεσμα στη δεύτερη περίπτωση την αποδοχή ενός προγράμματος διάσωσης, το περιεχόμενο του οποίου είναι φυσικά και πάλι λιτότητα-περικοπές-ιδιωτικοποιήσεις.

Αυτή η ακραία οπτική επιθυμεί ιδιωτικοποιήσεις και πρωτογενή πλεονάσματα για να αποπληρωθεί το χρέος ενώ δεν αντιτίθεται σε μεταρρυθμίσεις όπως αυτές τις οποίες προτείνει η ελληνική κυβέρνηση (και ενδεχομένως έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία) – όπως η καλύτερη οργάνωση των συστημάτων είσπραξης (φόροι, εισφορές), η αναδιοργάνωση του δημοσίου τομέα,  η αποδυνάμωση γενικά των ολιγοπωλίων.

Μπορεί ακόμα να καλωσορίσει ένα νέο πολιτικό προσωπικό, καθώς κατανοεί ότι έχει επιταχυνθεί ο κύκλος φθοράς και έλλειψης λαϊκής νομιμοποίησης του παλιού πολιτικού προσωπικού. Η διατήρηση του παλιού προσωπικού, εφόσον αυτό έχει απαξιωθεί στη συνείδηση της κοινωνικής πλειοψηφίας, θεωρείται από τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική «πολιτικός κίνδυνος», διότι μπορεί να οδηγήσει στις ανεξέλεγκτες ατραπούς μιας κοινωνικής έκρηξης.

Ο νεοφιλελευθερισμός θεωρεί όμως παράλληλα «ηθικό κίνδυνο» (moral hazard) κάθε πολιτική που στηρίζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, διευρύνει το δημόσιο χώρο, επεκτείνει το κοινωνικό κράτος, θέτει την αναπαραγωγή της κοινωνίας πέρα και έξω από την εμβέλεια δράσης των αγορών.
Με άλλα λόγια, το ζητούμενο του νεοφιλελευθερισμού είναι τόση λιτότητα, όση απαιτείται ώστε να μην αυξάνει ο «πολιτικός κίνδυνος», ενώ ταυτόχρονα αποτρέπεται ο «ηθικός κίνδυνος».

Γενικά μιλώντας, οι δύο κίνδυνοι, «ηθικός» και «πολιτικός», κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση, λόγω των συνεπειών με τις οποίες είναι συνδεδεμένοι στην τρέχουσα συγκυρία.

Όταν μειώνεται ο «ηθικός» κίνδυνος, αυξάνει ο «πολιτικός» και αντίστροφα. Επομένως, η ένταση μεταξύ αυτών των δύο αυτών τάσεων καταλήγει, όταν συναντούνται, στην ανίχνευση της εκάστοτε κατάλληλης ισορροπίας μεταξύ «ηθικού κινδύνου» (όταν οι κυβερνήσεις υποκύψουν στον «κίνδυνο» να αποδεχθούν συμφέροντα των κατώτερων τάξεων) και «πολιτικού κινδύνου» (να αποδιαρθρωθούν οι πολιτικές ελίτ και να προκύψουν φαινόμενα ανεξέλεγκτων μαζικών κινητοποιήσεων).

Οι «ανεξάρτητες αρχές» που δεν ελέγχονται «δημοκρατικά», ειδικά για θέματα που αφορούν την «οικονομία», με κύριο παράδειγμα την «ανεξαρτησία» της ΕΚΤ, είναι μία μέθοδος ανίχνευσης της ισορροπίας ανάμεσα στους δύο «κινδύνους». Αυτό όμως δεν θεωρείται επαρκές.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τον καθοριστικό ρόλο έχει πλέον αναλάβει η «αξιολόγηση των συμφωνιών». Αν προσέξουμε τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου θα δούμε ότι δεν είναι εντελώς κλειστή για αιτήματα που αυξάνουν τον «ηθικό κίνδυνο», δηλαδή προωθούν ρυθμίσεις υπέρ του κοινωνικού κράτους και της εργασίας. Όμως, βασικό σημείο της συμφωνίας είναι ότι οι «θεσμοί» θα αξιολογούν ποιες μεταρρυθμίσεις (δεν) δημιουργούν προβλήματα στα δημόσια οικονομικά, στις προοπτικές οικονομικής μεγέθυνσης και στη σταθερότητα και ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

3 Η αξιολόγηση, δηλαδή η επιτήρηση, αποτελεί σημαντική τροχοπέδη στην υλοποίηση του προγράμματος και των κοινωνικών μετασχηματισμών που επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Πέραν του ρητώς ανοικτού ακόμη ζητήματος της κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών, δείγματα γραφής της συνεχούς αξιολόγησης, που εγείρει τόσο η συμφωνία όσο και η σχέση με την ΕΚΤ ως έμμεσου χρηματοδότη, αποτελεί τόσο η επιστολή της ΕΚΤ, αλλά και αυτή του ΔΝΤ, που «ερμηνεύουν» τις μεταρρυθμίσεις ως «ισοδύναμα» μέτρα των δεσμεύσεων που περιγράφονταν στο παλιότερο «Πρόγραμμα».

Ειδικά το ΔΝΤ δεν παραιτείται από την ολοκλήρωση των μέτρων για το άνοιγμα των επαγγελμάτων, τις ιδιωτικοποιήσεις, την αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό, που περιγραφόταν στο παλιότερο «Πρόγραμμα».

Αξίζει να σημειωθεί ότι η μη-ποσοτικοποίηση των στόχων, το μη-καθορισμένο έλλειμμα, η απουσία οποιασδήποτε ρητής συζήτησης για τον υπολογισμό του δημοσιονομικού κενού, καθιστά ανοικτό και συνεχώς «ερμηνεύσιμο» ζήτημα τον υπολογισμό της απόδοσης των μέτρων ως «ισοδυνάμων».

3β. Πού κρίθηκε η διαπραγμάτευση: Για τη διαπραγματευτική τακτική και στρατηγική

Το βασικό ερώτημα για τη σημασία της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου, πέραν των στρατηγικών που διαπλέκονται και συμπυκνώνονται σε αυτήν, είναι τι δυνατότητες (παρά τα ασφυκτικά περιθώρια) αφήνει στην κυβέρνηση για να υλοποιήσει το πρόγραμμά της. Προηγουμένως όμως χρειάζεται να ανιχνεύσουμε τις «δυσκολίες» που οδήγησαν την κυβέρνηση στην αναδίπλωση της 20ής Φεβρουαρίου.

Η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου καθορίστηκε προφανώς τόσο από εξωτερικούς παράγοντες, το δεδομένο και γνωστό νεοφιλελεύθερο πλαίσιο των «θεσμών», όσο όμως και από εσωτερικούς, οι οποίοι τελικά έπαιξαν και τον καθοριστικό ρόλο.

Δευτερεύουσα μόνον σημασία έπαιξε η ελλιπής προετοιμασία της κυβέρνησης και οι αντιφατικές τακτικές του ΥΠΟΙΚ, όπως για παράδειγμα:
Πρώτον: Η απουσία σοβαρού σχεδίου που να στηρίζεται σε αριθμούς και ανάλυση. Ακόμη και στο Παράρτημα που δημοσίευσε το ΥΠΟΙΚ ως τεχνική σύνοψη φαίνεται το επιφανειακό επίπεδο.

Επιπλέον, σε αυτό γίνεται η κρίσιμη παραδοχή ότι η βιωσιμότητα του χρέους συνδέεται με τα πρωτογενή πλεονάσματα (θέση που συνιστά σημαντική στρατηγική υποχώρηση).

Δεύτερον: Η εκφορά κάποιων γενικών αρχών της πρότασης για την απομείωση του χρέους από το Λονδίνο. Εδώ υπάρχει τακτικό σφάλμα: Χωρίς συνάντηση με την ΕΚΤ ανακοινώνεται μία πρόταση, από χώρα εκτός Ευρωζώνης, η οποία εμπλέκει τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ σε συμφωνία ανταλλαγής.

Πρόκειται για πρόταση αλλαγής των κανόνων της ΕΚΤ, η οποία ωθεί την ΕΚΤ κατευθείαν, χωρίς δεύτερη κουβέντα, σε θέση άρνησης για προφανείς λόγους που συνδέονται με την πολιτική της και τις ισορροπίες που τηρούνται στο ΔΣ, αλλά και την επίθεση που ήδη δέχεται για «παραβίαση των κανόνων» που την διέπουν, με την πολιτική «ποσοτικής χαλάρωσης».

Είναι επίσης προφανές ότι δεν χρειάζεται να εμπλακεί άμεσα η ΕΚΤ σε μία τέτοια συμφωνία, αλλά το ίδιο μπορούσε να γίνει με άλλους τρόπους, οι οποίοι είναι συμβατοί με τις τρέχουσες ισορροπίες. Το άλλο κομμάτι της πρότασης, τα δάνεια σε EFSF συνδεδεμένα με τους ρυθμούς μεγέθυνσης, συνιστά γενικόλογη πρόταση και προφανώς αφορά το δεύτερο στάδιο της διαπραγμάτευσης.

Τρίτον: Φάνηκε ότι η κυβέρνηση έδωσε πολύ μεγάλο βάρος στην επικοινωνιακή διαχείριση του θέματος, σε σχέση με άλλες διαστάσεις. Αυτό αποτελεί αρνητικό σημάδι και για το εσωτερικό και για το εξωτερικό.

Για παράδειγμα, το περιστατικό με τον Ντάιεσεμπλουμ προφανώς τόνωσε το «εθνικό αίσθημα», αλλά συγχρόνως αφαίρεσε διαπραγματευτική ισχύ από τη στιγμή που όλο το Σαββατοκύριακο ασχολήθηκε η κυβέρνηση με το να καθησυχάζει τις αγορές που θα άνοιγαν την Δευτέρα, γεγονός που σηματοδότησε ότι η κυβέρνηση δεν έχει σταθερή τακτική διαπραγμάτευσης (και φυσικά στην ίδια συνάντηση ακόμη και σε μη έμπειρους παρατηρητές φάνηκε ότι δεν υπάρχει και ομάδα ισότιμων κυβερνητικών μελών στη διαπραγμάτευση).

Είναι εύκολα κατανοητό πώς αυτή η κακά στημένη διαπραγμάτευση, παρά τις εργατοώρες που αφιέρωσαν οι πρωταγωνιστές της, είχε τα χαρακτηριστικά άλματος με δεμένα μάτια. Επίσης, οι διαφορές και οι κακοί χειρισμοί και οι μετατοπίσεις έδειξαν στους εταίρους ότι η ελληνική πλευρά είναι επιδεκτική χειρισμών.

Όμως τελικά η διαπραγμάτευση δεν κρίθηκε τόσο στο επίπεδο των τακτικών κινήσεων ή στο εξωτερικό, όσο στο εσωτερικό. Εκείνο που καθόρισε την αναδίπλωση της ελληνικής πλευράς ήταν η στρατηγική πολιτική απόφαση για οικοδόμηση συμπαγών σχέσεων κοινωνικής εκπροσώπησης με εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που θεωρούν ως αδιανόητη τη διαταραχή της «ομαλότητας της αγοράς», τη στιγμή που όλοι γνώριζαν τη σημασία και το χαρακτήρα της αναμέτρησης.

Το συζητημένο σενάριο ενός bankrun οφείλει πάντα να εντάσσεται (και άρα να εξετάζεται, πέρα από τις επιμέρους τεχνικές αντιμετώπισης) στο πλαίσιο ενός κοινωνικού συσχετισμού δύναμης.

Παράλληλα είναι αδιανόητο να υιοθετείται το επιχείρημα ότι συνέχεια μιας υποτιθέμενης «κατάρρευσης των τραπεζών» θα ήταν η «έξοδος από το ευρώ», ένα σενάριο μηδενικής πιθανότητας, που αποτέλεσε απλώς «επιχείρημα» των κυβερνήσεων Παπανδρέου – Παπαδήμου – Σαμαρά για να αποδεχθεί η ελληνική κοινωνία τα Μνημόνια, και αποτελεί πάντα «όπλο» ακραίων νεοφιλελεύθερων, τύπου Σόιμπλε.

3γ. Το διακύβευμα: Τίποτα δεν είναι δυνατό να αλλάξει, ή ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός;

Όσα προηγήθηκαν μας οδηγούν στο συμπέρασμα, με την πιο ήπια διατύπωση, ότι έχει συνομολογηθεί μία συμφωνία, η οποία περιορίζει σημαντικά την άσκηση πολιτικής στα δημόσια οικονομικά αλλά και σε άλλους τομείς. Επομένως, το οικονομικό τοπίο στο οποίο βασίζεται η κυβέρνηση για τη διαπραγμάτευση και την αξιολόγηση της τελικής συμφωνίας είναι ολισθηρό.

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση επιλέγει να παρουσιάζει την προφανή υποχώρηση και την αναγκαστική αλλαγή του προγράμματός της ως «νίκη», αποτελεί κακό σημάδι για τη συνέχεια, επειδή δείχνει ότι περισσότερο ενδιαφέρεται για την επικοινωνία παρά για την ουσία. Αυτό ίσως προοπτικά να αποτελέσει την πραγματική ήττα, εφόσον το σήμα το οποίο εκπέμπεται και εισπράττεται από την κοινωνία ενισχύει την πεποίθηση: «μην πιστεύεις τους πολιτικούς σε ό, τι λένε, επάγγελμα κάνουν για να είναι κυβέρνηση».

Ας αναλογιστούμε το εξής απλό δεδομένο: Η κυβέρνηση αυτή δεν προήλθε επειδή υποστήριξε το 70% του Μνημονίου – αν μάλιστα το είχε υποστηρίξει ίσως να μην περιλαμβανόταν καν στον κοινοβουλευτικό χάρτη σήμερα.

Η επιχείρηση επανεγγραφής της εντολής της, ώστε να περιλαμβάνει το 70% του Μνημονίου αποτελεί εγχείρημα αλλαγής των σχέσεων εκπροσώπησης και των κοινωνικών συμμαχιών στις οποίες στηρίζεται.

Επειδή προφανώς το 70% αυτό καθαυτό είναι ένα νούμερο του αέρα (γιατί όχι 68% ή 72%; με βάση τις σελίδες, τα υποκεφάλαια, ή τα μέτρα;), η επιλογή του αποτελεί διακύβευμα ερμηνείας και συγκρότησης σχέσεων εκπροσώπησης. Το ερώτημα, το οποίο είναι ανοικτό ακόμη για την κυβέρνηση, είναι αν θα επικρατήσει η επικοινωνιακή λογική της «νίκης» και της παράβλεψης των κρίσιμων ζητημάτων που αναδείχθηκαν, ή θα επιχειρηθεί να αναλυθεί σε βάθος η υποχώρηση που συνιστά η συμφωνία και οι όροι αυτής της υποχώρησης όσο υπάρχει χρόνος (πολύ λίγος, μιας και άμεσα ξεκινά ήδη ο επόμενος γύρος διαπραγμάτευσης).

Με τα νέα αρνητικά δεδομένα που συνεπάγεται η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν μία μόνο οδό εξόδου από το αδιέξοδο του νεοφιλελεύθερου ευρωπαϊκού κλοιού: Την έφοδο προς τα εμπρός!

- Την έφοδο προς τα εμπρός με όχημα την αλήθεια: Να ξεκινήσει κανείς από την παραδοχή των υποχωρήσεων, με στόχο να αναζητηθούν οι τρόποι, ώστε να μην υπάρξει μακροπρόθεσμη βλάβη, δηλαδή η κυβέρνηση να επαναφέρει στην ημερήσια διάταξη τις προγραμματικές μας δεσμεύσεις για αναδιανομή εισοδήματος και ισχύος προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας, για ανοικοδόμηση του κοινωνικού κράτους, για δημοκρατία και συμμετοχή.

- Την έφοδο προς τα μπρος, με όχημα τόσο τη ριζική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, ώστε επιτέλους το κεφάλαιο να επωμιστεί τα βάρη που του αναλογούν, όσο και με την εξυγίανση της δημόσιας ζωής από τις έκνομες πρακτικές στις οποίες επιδίδεται μερίδα της ελληνικής ολιγαρχίας: Λαθρεμπορία πετρελαιοειδών και προϊόντων καπνού, ενδο-ομιλικές συναλλαγές, φοροδιαφυγή, καταχρηστική δανειοδότηση κλπ.

Απαιτείται δηλαδή άμεσα μια νέα ορμητικότητα αλλαγών στο εσωτερικό της χώρας, έτσι ώστε να οικοδομηθούν σε νέες βάσεις οι συμμαχίες με τις κατώτερες τάξεις.

Μεταφορικά, αυτό που λείπει και που δυστυχώς μοιάζει να απομακρύνεται με τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, είναι ένα εσωτερικό «μνημόνιο για τον πλούτο», με παράλληλη βελτίωση των όρων ζωής των λαϊκών τάξεων. Ο στόχος «να πληρώσει η ολιγαρχία» δεν ήταν ποτέ περισσότερο επίκαιρος.

Σε μια κοινωνία που η απώλεια του 25% του ΑΕΠ και η φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του πληθυσμού δεν είναι παρά η ορατή όψη της ραγδαίας όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, σε μια κοινωνία που η τεράστια ανεργία είναι το συμπλήρωμα ενός εκτεταμένου εργασιακού μεσαίωνα, σε μια κοινωνία πολλαπλών αντιθέσεων αλλά και υψηλών προσδοκιών, η «δημοτικότητα» της κυβέρνησης δεν θα διατηρηθεί στο 87% ή στο 80% για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Για να παραμείνει η κυβερνητική πολιτική ηγεμονική, θα πρέπει να ταχθεί καθαρά με τα συμφέροντα της εργαζόμενης πλειοψηφίας, να αμφισβητήσει τη στρατηγική νεοφιλελευθερισμού. Περιθώριο για «εθναρχική» πολιτική, που να υπερασπίζεται γενικά και αόριστα κάθε τι «ελληνικό» ή «ευρωπαϊκό» δεν υπάρχει, δεν υπήρξε άλλωστε ποτέ, αλλά ούτε και θα υπάρξει ποτέ στην προβληματική της Αριστεράς.

1 Και στο σημείο αυτό βέβαια, οι τελικές αποφάσεις απαιτούν την έγκριση των «θεσμών»: «Οι ελληνικές αρχές δεσμεύονται να απόσχουν από την ακύρωση μέτρων και από μονομερείς αλλαγές των πολιτικών και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα επηρέαζαν αρνητικά τους δημοσιονομικούς στόχους, την ανάκαμψη της οικονομίας ή τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπως αυτά αξιολογούνται από τους θεσμούς».
2 Αλλά και εδώ ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες: στις μορφές που θα λάβει η αναδιοργάνωση.

3 Να μην ξεχνάμε για παράδειγμα, ότι η μεγέθυνση στο τρέχον πρόγραμμα εξαρτάται από τις εξαγωγές και η αύξηση των μισθών θεωρείται ότι μειώνει τους βαθμούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και εμποδίζει την αύξηση των εξαγωγών (λανθασμένη άποψη, όπως προκύπτει πλέον και εμπειρικά, αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη θεώρηση των «θεσμών»).

Επίσης, άλλο παράδειγμα, η ρύθμιση των «κόκκινων δανείων» προφανώς επηρεάζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα και επομένως είναι υπό αίρεση ως πρόγραμμα αλλά και ως προς τον βαθμό, το χρόνο και τους όρους εφαρμογής της αν υπάρξει ως πρόγραμμα.

4 Στην επιστολή του προς τον Jeroen Dijsselbloem με ημερομηνία 24/2/2015, ο Mario Draghi επισημαίνει: «Σημειώνουμε ότι οι δεσμεύσεις που περιγράφονται από τις [ελληνικές] αρχές διαφέρουν από τις υπάρχουσες δεσμεύσεις του προγράμματος σε ορισμένους τομείς. Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να αξιολογηθεί κατά τη διάρκεια της επανεξέτασης, εάν τα μέτρα που δεν γίνονται αποδεκτά από τις αρχές αντικατασταθούν με μέτρα ίσης ή καλύτερης ποιότητας όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του προγράμματος». (“We note that the commitments outlined by the authorities differ from existing programme commitments in a number of areas. In such cases, we will have to assess during the review whether measures which are not accepted by the authorities are replaced with measures of equal or better quality in terms of achieving the objectives of the programme”).

5 To “Grexit” ως επαρκή λόγο συμβιβασμού χρησιμοποιεί, π.χ., ο James Galbraith: «Μη συμφωνία θα σήμαινε ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων, ή διαφορετικά κατάρρευση τραπεζών, χρεοστάσιο και πρόωρη έξοδο από το ευρώ» (“No agreement would have meant capital controls, or else bank failures, debt default, and early exit from the Euro”): “Reading The Greek Deal Correctly”».

ΠΗΓΗ: REAL.GR

ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ: ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΠΗΣ

Λεουτσάκος: Τουλάχιστον 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν «ψήφισαν» τη συμφωνία

Εσωκομματικές διαφωνίες

Λεουτσάκος: Τουλάχιστον 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν «ψήφισαν» τη συμφωνία

Λεουτσάκος: Τουλάχιστον 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν «ψήφισαν» τη συμφωνία
 
Αθήνα
Για τουλάχιστον 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που δεν ψήφισαν τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους, μίλησε ο βουλευτής Στάθης Λεουτσάκος, αναφερόμενος στην «ενδεικτική ψηφοφορία» που διεξήχθη στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος.

Ο κ. Λεουτσάκος είναι ένας από τους βουλευτές που καταψήφισαν τη συμφωνία και σε δηλώσεις του στον ραδιοφωνικό σταθμό Παραπολιτικά ανέφερε:

«Ήταν μια ενδεικτική ψηφοφορία, δεν έγινε καταμέτρηση, μπορεί να ήταν καμιά τριανταριά λευκά και κατά».

«Ξέρουμε ότι έχουμε ένα πολύ μεγάλο και δύσκολο έργο μπροστά μας, έχουμε το βάρος της ευθύνης των ιστορικών στιγμών που διανύουμε, οφείλουμε να εκφράζουμε τις ανησυχίες και τη διαφορετικότητα που έχουμε και με αυτό τον τρόπο ενισχύουμε και βοηθάμε την κυβέρνηση και την ενδυναμώνουμε για να μπορεί με αποφασιστικό τρόπο και να αντιστέκεται και να υλοποιήσει τις προγραμματικές δεσμεύσεις που έχει» πρόσθεσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Newsroom ΔΟΛ

ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΜΟΥ: ΑΡΧΙΣΑΝ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ. ΤΕΛΟΣ Ο ΜΗΝΑΣ ΤΟΥ ΜΕΛΙΤΟΣ.

Ραχήλ Μακρή: Θα ψήφιζα «παρών» για τη συμφωνία

«Δεν έχει αποφασιστεί αν θα περάσει από την ολομέλεια»

Ραχήλ Μακρή: Θα ψήφιζα «παρών» για τη συμφωνία

Ραχήλ Μακρή: Θα ψήφιζα «παρών» για τη συμφωνία

«Η δική μου πρόταση είναι να έρθει στην επιτροπή οικονομικών υποθέσεων και να γίνει συζήτηση δημοσίως, αυτό είναι το πρέπον», σημείωσε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ 

Την άποψή της ότι το κείμενο της συμφωνίας πρέπει να έρθει στη Βουλή, διατύπωσε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ραχήλ Μακρή, σημειώνοντας ότι αν ήταν στη συνεδρίαση της ΚΟ του κόμματος την Τετάρττη θα ψήφιζε  «παρών», καθώς δεν έχει μελετήσει ακόμα τη λίστα  Βαρουφάκη.



«Εγώ δεν ψήφισα χθες για είχα αποχωρίσει από τη συνεδρίαση της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ. Αν ήμουν εκεί θα ψήφιζα «παρών», γιατί θεωρώ ότι δεν δόθηκε σε έμενα χρόνος να μελετήσω το κείμενο», ανέφερε συγκεκριμένα η βουλευτής.

Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν υπήρχαν περίπου 30 διαφοροποιήσεις κατά τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, η κ. Μακρή ανέφερε:  «Ναι είναι κοντά στην πραγματικότητα, έγινε μια πολιτισμένη συζήτηση στην ΚΟ στην οποία εγείραν οι βουλευτές τους προβληματισμούς τους μήπως  με αυτή τη συμφωνία δεν μπορέσουμε να υλοποιήσουμε αυτά που έχουμε δεσμευτεί».

«Δεν έχει αποφασιστεί αν θα περάσει από την ολομέλεια για ψηφοφορία, κρίνεται ότι μπορεί να μην έρθει γιατί αποτελεί στην ουσία μια παράταση, δεν αποτελεί τελικό κείμενο», είπε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ προτείνοντας η συμφωνία να συζητηθεί στην επιτροπή οικονομικών υποθέσεων.

ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ
Bloomberg: Η Ευρώπη κάνει απλώς ένα διάλειμμα στην κρίση με την Ελλάδα «Οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης δεν έλυσαν το πρόβλημα» ΣΧΟΛΙΑ (0) Bloomberg: Η Ευρώπη κάνει απλώς ένα διάλειμμα στην κρίση με την Ελλάδα 1 «Η Ευρώπη κάνει ένα διάλειμμα στην κρίση με την Ελλάδα, την οποία είχε προκαλέσει τις τελευταίες εβδομάδες», επισημαίνεται σε κύριο άρθρο του Bloomberg, προσθέτοντας όμως πως «πρόκειται για μια καλοδεχούμενη ανάπαυλα, αλλά μόνο αυτό. Οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης δεν έλυσαν το πρόβλημα και εάν δεν επιχειρήσουν μια νέα προσέγγιση θα τα κάνουν χειρότερα». Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το Bloomberg τονίζει ότι «η ισοπεδωμένη οικονομία της Ελλάδας απαιτεί ένα πιο ήπιο χρονοδιάγραμμα δημοσιονομικής πειθαρχίας και ένα νέο γύρο αναδιάρθρωσης του χρέους, σε συνδυασμό με μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στον δημόσιο τομέα». Μεταξύ άλλων, αναφέρεται πως «η πρόσφατη αντιπαράθεση δεν έχει αποφέρει πολλά πράγματα». Τη Δευτέρα η Ελλάδα παρέδωσε μία λίστα μεταρρυθμίσεων, η οποία αξιολογήθηκε ως «επαρκώς περιεκτική ώστε να αποτελέσει μια αξιόπιστη αφετηρία για την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης». «Τι σημαίνει αυτό;» διερωτάται το Bloomberg, για να απαντήσει: «Σχεδόν τίποτα». «Οι ελληνικές προτάσεις είναι λογικές, αλλά και αόριστες, όπως υποδεικνύει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Επικεντρώνονται στην αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος και στον εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα. Εξαιρετικοί στόχοι, στους οποίους ωστόσο απέτυχαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Παρά τις συνεχείς αλλαγές, δεν υπάρχει ακόμη ένα λεπτομερές σχέδιο. Οι συνομιλίες για την βραχυπρόθεσμη βοήθεια θα συνεχισθούν και δεν αναμένεται να ολοκληρωθούν έως τον Απρίλιο. Στο μεταξύ, η τελευταία δόση στο πλαίσιο του τρέχοντος σχεδίου διάσωσης δεν πρόκειται να εκταμιευτεί, μολονότι η Ελλάδα πρέπει να αποπληρώσει σύντομα μέρος του χρέους. »Οι επενδυτές ελπίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα βοηθήσει την Ελλάδα να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, αλλά δεν υπάρχει καμία εγγύηση: Από την "αξιόπιστη" αφετηρία της Δευτέρας, οι συνομιλίες θα μπορούσαν, ανά πάσα στιγμή, να οδηγηθούν εύκολα προς μια "αναξιόπιστη" κατεύθυνση. Οι διαπραγματεύσεις για το επόμενο πρόγραμμα δεν έχουν καν ξεκινήσει. Γεγονός που προστίθεται στη γενικευμένη αβεβαιότητα, καθηλώνοντας την ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία», σημειώνει το άρθρο. «Οι υπουργοί του Eurogroup και η ΕΚΤ μπορούν να βοηθήσουν ξεκαθαρίζοντας ότι θα χορηγήσουν την βραχυπρόθεσμη στήριξη που χρειάζεται η Ελλάδα, χωρίς άλλες καθυστερήσεις, ενώ θα πρέπει να αρχίσουν αμέσως οι διαπραγματεύσεις για τη διάδοχη συμφωνία. Οι μεγάλες διαπραγματεύσεις δεν θα είναι εύκολες, μολονότι η βασική ιδέα είναι απλή. Η ισοπεδωμένη οικονομία της Ελλάδας απαιτεί ένα πιο ήπιο χρονοδιάγραμμα δημοσιονομικής πειθαρχίας και ένα νέο γύρο αναδιάρθρωσης του χρέους, σε συνδυασμό με μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο δημόσιο τομέα. Οι υπουργοί Οικονομικών μπορούν να εξυπηρετήσουν καλύτερα τα συμφέροντα των χωρών τους -και να βελτιώσουν τις πιθανότητες αποπληρωμής των δανεικών - αντιλαμβανόμενοι ότι η δεινή κατάσταση της Ελλάδας δικαιολογεί περαιτέρω βοήθεια», τονίζει το Bloomberg. Πηγή: www.lifo.gr

ΤΟ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΣΑΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

 ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΑΓΑΠΗ ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ!  ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΠΑΡ'ΕΦΕΤΑΙΣ ΔΥΤΙ...

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Πηγή: Λογισμικό "Σήμερα"