Αν δεν επικυρωθει μια συνθηκη παρα τις διεθνεις πιεσεις παυει να ισχυει
νομικα. Επικύρωση Συνθήκης ονομάζεται η έγκριση του περιεχομένου της
(όποιας) Συνθήκης από τα συνταγματικώς αρμόδια όργανα εκάστου μέρους των
συμβαλλομένων Χωρών. Όλες οι Συνθήκες αμέσως μετά την υπογραφή τους υπό
των Αρχηγών ή των επισήμων αντιπροσώπων των Χωρών υποβάλλονται προς
επικύρωση προς τα αρμόδια όργανα νομοθέτησης εκάστης Χώρας δια των
οποίων και εκφράζεται η οριστική συγκατάθεση της εκάστης των
συμβαλλομένων Πολιτείας, στον καταρτισμό της διεθνούς αυτής
δικαιοπραξίας.
Συνεπώς η επικύρωση και όχι η υπογραφή είναι εκείνη που παρέχει στη Συνθήκη την οριστική της ισχύ. Ως πράξη δε για να χαρακτηρισθεί οριστική και αμετάκλητος θα πρέπει να καλύπτει ολόκληρο το κείμενο της Συνθήκης και να μην έχει εγερθεί καμία επιφύλαξη.
Συνεπώς η επικύρωση και όχι η υπογραφή είναι εκείνη που παρέχει στη Συνθήκη την οριστική της ισχύ. Ως πράξη δε για να χαρακτηρισθεί οριστική και αμετάκλητος θα πρέπει να καλύπτει ολόκληρο το κείμενο της Συνθήκης και να μην έχει εγερθεί καμία επιφύλαξη.