Αρθρο του Κώστα Τζαβαρά, Βουλευτή Ηλείας της Νέας Δημοκρατίας
ΚΑΘΕ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ (ακόμη και η πιο γενναία) για την δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας είναι καταδικασμένη να αποτύχει, αν δεν στηριχθεί σε μία χωρίς έλεος ριζική μεταρρύθμιση του Κράτους και των σχέσεων που «παραδοσιακά» το συνδέουν με την κοινωνία και την οικονομία.
Ενός Κράτους που ως γνωστόν επί δεκαετίες εθίστηκε να μην εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον αλλά ικανοποιούσε συντεχνιακά και ατομικά αιτήματα, πολλάκις και αριστερής υποκινήσεως, έχοντας έτσι καταστεί όργανο απονομής προνομίων και παροχής επιδοτήσεων και διευκολύνσεων σε άτομα ή σε κοινωνικές ομάδες που διατηρούσαν σχέσεις στοργής με την εκάστοτε Κυβέρνηση.
ΥΠΟ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ έκτακτες συνθήκες η εξακολούθηση αυτής της κατάστασης είναι ικανή να ακυρώσει κάθε θετική συνέπεια που προκύπτει από την εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων του Μνημονίου. Είναι αδιανόητο την στιγμή που πλήττονται ανηλεώς οι πελατειακές σχέσεις στον τομέα της απασχόλησης στο Δημόσιο να αφήνονται αλώβητες στον χώρο της «διαπλοκής». Να εξακολουθεί δηλαδή υπό τις ευλογίες ή τουλάχιστον υπό την διακριτική ανοχή της Τρόικας και των «σοφών» της Task Force το Κράτος και οι λειτουργοί του να προσφέρουν ευκαιρίες πλουτισμού σε συγκεκριμένους επιχειρηματίες παραβιάζοντας τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, επειδή προσβλέπουν σε υλικά ή συμβολικά (επικοινωνιακά) ανταλλάγματα.
ΩΣ ΓΝΩΣΤΟΝ ΑΠΟ την εποχή του Μποδοσάκη μέχρι την εποχή του Τσοχατζόπουλου οι συνήθεις προνομιακοί εφαψίες της εξουσίας έβγαιναν πάντοτε ωφελημένοι. Περιουσίες ολόκληρες κτίστηκαν άκοπα και δωρεάν αξιοποιώντας ένα «συστατικό γράμμα» από κάποιον υψηλά ιστάμενο ή ένα «καλό συμβόλαιο» που καταρτίστηκε κατ’ απόκλιση από τους κανόνες της ισχύουσας νομοθεσίας και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις και υπό τις ευλογίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. επίκληση λόγου συγγνωστής πλάνης για τη νομιμοποίηση παρανόμων δημοσίων συμβάσεων).
ΣΗΜΕΡΑ ΟΜΩΣ ΜΑΖΙ με τα κλειστά επαγγέλματα που κατ’ επιταγή της Τρόικας έχουν απελευθερωθεί μέχρις ανασκολοπισμού (οι παραδοσιακές επαγγελματικές τάξεις των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων, των δικαστικών επιμελητών κ.α.) είναι ανάγκη εθνική και δημοκρατική να διαλυθούν τα κλειστά κυκλώματα των «διαπλεκομένων» επιχειρηματιών του τομέα κυρίως των ΜΜΕ, των δημοσίων έργων και των προμηθειών του Δημοσίου.
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΑΥΤΟ δεν συμβιβάζεται με το πνεύμα της μεταρρύθμισης που πρέπει να επικρατήσει, είναι ανάγκη σήμερα να αποκτήσει η χώρα ένα σύγχρονο αποτελεσματικό Κράτος που θα παίρνει επιτελικές αποφάσεις για την οργάνωση της κοινωνίας και την λειτουργία των θεσμών ώστε να διασφαλίζεται η κοινωνική συμβίωση με όρους ελευθερίας, δικαιοσύνης, διαφάνειας, ισότητας και αλληλεγγύης.
ΕΑΝ ΛΟΙΠΟΝ αληθεύει η παραδοχή ότι η Τρόικα εκτός των άλλων ενδιαφέρεται αληθινά για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στον δημόσιο τομέα, τότε πρέπει να μας εξηγήσει πώς συμβαίνει να μην έχει μέχρι σήμερα απαιτήσει να καταργηθούν τα προνόμια που συνδέονται με την άσκηση από ιδιώτες κατά παραχώρηση δημοσίων υπηρεσιών!
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΚΑΝΑΛΙΑ, λόγου χάρη, κατά παράβαση του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος λειτουργούν όχι μόνο χωρίς τον άμεσο έλεγχο του Κράτους αλλά ουσιαστικά εκμεταλλεύονται δημόσια αγαθά, όπως εκείνα των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών συχνοτήτων χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Πλουτίζουν υλικά και συμβολικά (αύξηση επιρροής και πολιτικής ισχύος) εις βάρος όλης της κοινωνίας και του Δημοσίου.
ΑΥΤΗ Η ΔΩΡΕΑΝ παράνομη κατοχή και χρήση από ιδιωτικές επιχειρήσεις δημοσίων αγαθών, διαιωνίζει μέχρι σήμερα ένα απαράδεκτο καθεστώς πελατειακών σχέσεων, που είναι ασυμβίβαστο με το πνεύμα που πρέπει να διαπνέει τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές αλλαγές του Κράτους.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΧΑΘΗΚΕ η ευκαιρία μαζί με την ίδρυση του νέου φορέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης να νομοθετηθούν διαδικασίες, θεσμοί και όροι, που θα τακτοποιούσαν το χάος που επικρατεί στον χώρο της ιδιωτικής τηλεόρασης από το οποίο επωφελείται σκανδαλωδώς μία δράκα επιχειρηματιών που κάποιοι (αν όχι και οι περισσότεροι) απ’ αυτούς έχουν κατηγορηθεί ότι αποτελούν το άτυπο ιερατείο της διαπλοκής, μεταξύ οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.
ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ διαπλοκής είναι αδιανόητο να διατηρούνται αλώβητα όταν χιλιάδες πολίτες -στο όνομα της αναγκαίας μεταρρύθμισης του Κράτους- απολύονται από το Δημόσιο, ή βλέπουν καθημερινά την ζωή τους να απειλείται από την φτώχεια. Η οικονομική κρίση δεν θα τελειώσει αν δεν σημάνει για την Ελλάδα και το τέλος των παραδοσιακά και πελατειακά κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων που με την ανοχή αλλά και την διευκόλυνση σε κάποιες περιπτώσεις του κράτους έχουν αχρηστεύσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό κυρίως στον τομέα των δημοσίων έργων και των προμηθειών του Δημοσίου. Αλήθεια κανείς δεν βρέθηκε να «καρφώσει» στην Τρόικα τον αναχρονισμό αυτό.
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΒΓΟΥΝ στο φως όλες οι μαύρες και κρυφές πτυχές της οικονομικής δραστηριότητας όσων έχουν πλουτίσει στην διάρκεια των τελευταίων τριάντα χρόνων με δημόσια χρήματα που στέρησαν από άλλους. Αλλά και η altera pars της διαπλοκής οι «παραδοσιακοί» φορείς της πολιτικής εξουσίας είναι αδιανόητο να περάσουν απέναντι, δηλαδή στην μετά την κρίση εποχή, χωρίς να υποστούν τον «καθαρτήριο» έλεγχο νομιμότητας των αποκτημάτων τους. Για πολλούς -πρώην και εν ενεργεία πολιτικούς- θρυλείται ότι διέθεταν λογαριασμούς στο εξωτερικό, που δεν έχουν δηλωθεί στο «πόθεν έσχες». Κάποιοι μάλιστα λέγεται ότι συμμετέχουν και σε υπεράκτιες εταιρείες.
ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ να φορολογούνται απηνώς οι πολίτες που ανήκουν στην μεσαία τάξη (ιδιοκτήτες ακινήτων, μικροί και μέσοι επιχειρηματίες, στελέχη επιχειρήσεων κ.α.) χωρίς μέχρι σήμερα να έχει ελεγχθεί η προέλευση του πλούτου που κρύβεται κάτω από τις υπεράκτιες (off-shore) επιχειρήσεις και να εκκρεμεί ο έλεγχος των καταθέσεων Ελλήνων στο εξωτερικό.
ΒΕΒΑΙΑ, ΤΟ ΠΛΕΟΝ ενδιαφέρον είναι να καταστεί επί τέλους γνωστό πόσοι και ποιοι από τους υπόλογους σε δημόσια λογοδοσία πολίτες έχουν κρύψει νόμιμα ή μαύρα πλούτη σε τέτοιες εταιρείες. Καμία ριζική μεταρρύθμιση που γίνεται με πολιτικά μέσα δεν πρόκειται να επιτύχει τον στόχο της, αν δεν αποδείξουν την νομιμότητα των δικών τους αποκτημάτων όσοι παίρνουν τις επώδυνες για την κοινωνία αποφάσεις.
Η ΡΕΤΣΙΝΙΑ ΤΗΣ «κλεπτοκρατίας» δεν πρόκειται να εξαλειφθεί με διακηρύξεις και εξορκισμούς, αλλά με ενδελεχείς και εμπεριστατωμένους ελέγχους στην περιουσιακή κατάσταση όλων ανεξαιρέτως των προσώπων που συγκροτούν την οικονομική και την πολιτική ελίτ της χώρας. Αλλά είναι εύλογο το ερώτημα: γιατί άραγε η Τρόικα δεν έχει συμπεριλάβει στις «προαπαιτούμενες δράσεις» και την εξάλειψη της «διαπλοκής» που έχει οδηγήσει πελατειακά και αθέμιτα πακτωλό δημοσίου χρήματος σε συγκεκριμένους αποδέκτες και αποδεδειγμένα είναι πηγή άδηλου πλουτισμού;
ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΡΙΑΣ ΑΞΙΟ γιατί δεν ζητεί η Τρόικα να ελεγχθούν οι δημόσιες προμήθειες και τα μεγάλα δημόσια έργα ξεκινώντας από την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 μέχρι σήμερα. Γιατί δεν δημοπρατούνται μέχρι σήμερα προς όφελος του Δημοσίου οι ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συχνότητες. Γιατί δεν αναζητούνται από τις αρμόδιες διεθνείς αρχές στοιχεία για συμμετοχή σε υπεράκτιες εταιρείες και για ύπαρξη τραπεζικών λογαριασμών σε διεθνείς φορολογικούς ή τραπεζικούς παραδείσους Ελλήνων πολιτών που είναι υπόχρεοι σε δήλωση «πόθεν έσχες».
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ στοιχειώδεις υποχρεώσεις μιας πολιτείας που αναγνωρίζει ότι οι θυσίες των πολιτών για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, οφείλουν να κατανέμονται δίκαια και αναλογικά. Διαφορετικά, κάθε ανισομερής κατανομή σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των μεσαίων και ασθενέστερων στρωμάτων της κοινωνίας υπέρ των «παραδοσιακών» εφαψιών της πολιτικής εξουσίας, συσπειρώνει την δυναμική μιας δίκαιης οργής ικανής να σαρώσει στο πέρασμα της θεσμούς και πρόσωπα.
ΚΑΘΕ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ (ακόμη και η πιο γενναία) για την δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας είναι καταδικασμένη να αποτύχει, αν δεν στηριχθεί σε μία χωρίς έλεος ριζική μεταρρύθμιση του Κράτους και των σχέσεων που «παραδοσιακά» το συνδέουν με την κοινωνία και την οικονομία.
Ενός Κράτους που ως γνωστόν επί δεκαετίες εθίστηκε να μην εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον αλλά ικανοποιούσε συντεχνιακά και ατομικά αιτήματα, πολλάκις και αριστερής υποκινήσεως, έχοντας έτσι καταστεί όργανο απονομής προνομίων και παροχής επιδοτήσεων και διευκολύνσεων σε άτομα ή σε κοινωνικές ομάδες που διατηρούσαν σχέσεις στοργής με την εκάστοτε Κυβέρνηση.
ΥΠΟ ΤΙΣ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ έκτακτες συνθήκες η εξακολούθηση αυτής της κατάστασης είναι ικανή να ακυρώσει κάθε θετική συνέπεια που προκύπτει από την εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων του Μνημονίου. Είναι αδιανόητο την στιγμή που πλήττονται ανηλεώς οι πελατειακές σχέσεις στον τομέα της απασχόλησης στο Δημόσιο να αφήνονται αλώβητες στον χώρο της «διαπλοκής». Να εξακολουθεί δηλαδή υπό τις ευλογίες ή τουλάχιστον υπό την διακριτική ανοχή της Τρόικας και των «σοφών» της Task Force το Κράτος και οι λειτουργοί του να προσφέρουν ευκαιρίες πλουτισμού σε συγκεκριμένους επιχειρηματίες παραβιάζοντας τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, επειδή προσβλέπουν σε υλικά ή συμβολικά (επικοινωνιακά) ανταλλάγματα.
ΩΣ ΓΝΩΣΤΟΝ ΑΠΟ την εποχή του Μποδοσάκη μέχρι την εποχή του Τσοχατζόπουλου οι συνήθεις προνομιακοί εφαψίες της εξουσίας έβγαιναν πάντοτε ωφελημένοι. Περιουσίες ολόκληρες κτίστηκαν άκοπα και δωρεάν αξιοποιώντας ένα «συστατικό γράμμα» από κάποιον υψηλά ιστάμενο ή ένα «καλό συμβόλαιο» που καταρτίστηκε κατ’ απόκλιση από τους κανόνες της ισχύουσας νομοθεσίας και μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις και υπό τις ευλογίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου (βλ. επίκληση λόγου συγγνωστής πλάνης για τη νομιμοποίηση παρανόμων δημοσίων συμβάσεων).
ΣΗΜΕΡΑ ΟΜΩΣ ΜΑΖΙ με τα κλειστά επαγγέλματα που κατ’ επιταγή της Τρόικας έχουν απελευθερωθεί μέχρις ανασκολοπισμού (οι παραδοσιακές επαγγελματικές τάξεις των δικηγόρων, των συμβολαιογράφων, των δικαστικών επιμελητών κ.α.) είναι ανάγκη εθνική και δημοκρατική να διαλυθούν τα κλειστά κυκλώματα των «διαπλεκομένων» επιχειρηματιών του τομέα κυρίως των ΜΜΕ, των δημοσίων έργων και των προμηθειών του Δημοσίου.
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΑΥΤΟ δεν συμβιβάζεται με το πνεύμα της μεταρρύθμισης που πρέπει να επικρατήσει, είναι ανάγκη σήμερα να αποκτήσει η χώρα ένα σύγχρονο αποτελεσματικό Κράτος που θα παίρνει επιτελικές αποφάσεις για την οργάνωση της κοινωνίας και την λειτουργία των θεσμών ώστε να διασφαλίζεται η κοινωνική συμβίωση με όρους ελευθερίας, δικαιοσύνης, διαφάνειας, ισότητας και αλληλεγγύης.
ΕΑΝ ΛΟΙΠΟΝ αληθεύει η παραδοχή ότι η Τρόικα εκτός των άλλων ενδιαφέρεται αληθινά για τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στον δημόσιο τομέα, τότε πρέπει να μας εξηγήσει πώς συμβαίνει να μην έχει μέχρι σήμερα απαιτήσει να καταργηθούν τα προνόμια που συνδέονται με την άσκηση από ιδιώτες κατά παραχώρηση δημοσίων υπηρεσιών!
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΚΑΝΑΛΙΑ, λόγου χάρη, κατά παράβαση του άρθρου 15 παρ. 2 του Συντάγματος λειτουργούν όχι μόνο χωρίς τον άμεσο έλεγχο του Κράτους αλλά ουσιαστικά εκμεταλλεύονται δημόσια αγαθά, όπως εκείνα των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών συχνοτήτων χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Πλουτίζουν υλικά και συμβολικά (αύξηση επιρροής και πολιτικής ισχύος) εις βάρος όλης της κοινωνίας και του Δημοσίου.
ΑΥΤΗ Η ΔΩΡΕΑΝ παράνομη κατοχή και χρήση από ιδιωτικές επιχειρήσεις δημοσίων αγαθών, διαιωνίζει μέχρι σήμερα ένα απαράδεκτο καθεστώς πελατειακών σχέσεων, που είναι ασυμβίβαστο με το πνεύμα που πρέπει να διαπνέει τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές αλλαγές του Κράτους.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, ΧΑΘΗΚΕ η ευκαιρία μαζί με την ίδρυση του νέου φορέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης να νομοθετηθούν διαδικασίες, θεσμοί και όροι, που θα τακτοποιούσαν το χάος που επικρατεί στον χώρο της ιδιωτικής τηλεόρασης από το οποίο επωφελείται σκανδαλωδώς μία δράκα επιχειρηματιών που κάποιοι (αν όχι και οι περισσότεροι) απ’ αυτούς έχουν κατηγορηθεί ότι αποτελούν το άτυπο ιερατείο της διαπλοκής, μεταξύ οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.
ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ διαπλοκής είναι αδιανόητο να διατηρούνται αλώβητα όταν χιλιάδες πολίτες -στο όνομα της αναγκαίας μεταρρύθμισης του Κράτους- απολύονται από το Δημόσιο, ή βλέπουν καθημερινά την ζωή τους να απειλείται από την φτώχεια. Η οικονομική κρίση δεν θα τελειώσει αν δεν σημάνει για την Ελλάδα και το τέλος των παραδοσιακά και πελατειακά κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων που με την ανοχή αλλά και την διευκόλυνση σε κάποιες περιπτώσεις του κράτους έχουν αχρηστεύσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό κυρίως στον τομέα των δημοσίων έργων και των προμηθειών του Δημοσίου. Αλήθεια κανείς δεν βρέθηκε να «καρφώσει» στην Τρόικα τον αναχρονισμό αυτό.
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΝΑ ΒΓΟΥΝ στο φως όλες οι μαύρες και κρυφές πτυχές της οικονομικής δραστηριότητας όσων έχουν πλουτίσει στην διάρκεια των τελευταίων τριάντα χρόνων με δημόσια χρήματα που στέρησαν από άλλους. Αλλά και η altera pars της διαπλοκής οι «παραδοσιακοί» φορείς της πολιτικής εξουσίας είναι αδιανόητο να περάσουν απέναντι, δηλαδή στην μετά την κρίση εποχή, χωρίς να υποστούν τον «καθαρτήριο» έλεγχο νομιμότητας των αποκτημάτων τους. Για πολλούς -πρώην και εν ενεργεία πολιτικούς- θρυλείται ότι διέθεταν λογαριασμούς στο εξωτερικό, που δεν έχουν δηλωθεί στο «πόθεν έσχες». Κάποιοι μάλιστα λέγεται ότι συμμετέχουν και σε υπεράκτιες εταιρείες.
ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ να φορολογούνται απηνώς οι πολίτες που ανήκουν στην μεσαία τάξη (ιδιοκτήτες ακινήτων, μικροί και μέσοι επιχειρηματίες, στελέχη επιχειρήσεων κ.α.) χωρίς μέχρι σήμερα να έχει ελεγχθεί η προέλευση του πλούτου που κρύβεται κάτω από τις υπεράκτιες (off-shore) επιχειρήσεις και να εκκρεμεί ο έλεγχος των καταθέσεων Ελλήνων στο εξωτερικό.
ΒΕΒΑΙΑ, ΤΟ ΠΛΕΟΝ ενδιαφέρον είναι να καταστεί επί τέλους γνωστό πόσοι και ποιοι από τους υπόλογους σε δημόσια λογοδοσία πολίτες έχουν κρύψει νόμιμα ή μαύρα πλούτη σε τέτοιες εταιρείες. Καμία ριζική μεταρρύθμιση που γίνεται με πολιτικά μέσα δεν πρόκειται να επιτύχει τον στόχο της, αν δεν αποδείξουν την νομιμότητα των δικών τους αποκτημάτων όσοι παίρνουν τις επώδυνες για την κοινωνία αποφάσεις.
Η ΡΕΤΣΙΝΙΑ ΤΗΣ «κλεπτοκρατίας» δεν πρόκειται να εξαλειφθεί με διακηρύξεις και εξορκισμούς, αλλά με ενδελεχείς και εμπεριστατωμένους ελέγχους στην περιουσιακή κατάσταση όλων ανεξαιρέτως των προσώπων που συγκροτούν την οικονομική και την πολιτική ελίτ της χώρας. Αλλά είναι εύλογο το ερώτημα: γιατί άραγε η Τρόικα δεν έχει συμπεριλάβει στις «προαπαιτούμενες δράσεις» και την εξάλειψη της «διαπλοκής» που έχει οδηγήσει πελατειακά και αθέμιτα πακτωλό δημοσίου χρήματος σε συγκεκριμένους αποδέκτες και αποδεδειγμένα είναι πηγή άδηλου πλουτισμού;
ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΡΙΑΣ ΑΞΙΟ γιατί δεν ζητεί η Τρόικα να ελεγχθούν οι δημόσιες προμήθειες και τα μεγάλα δημόσια έργα ξεκινώντας από την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 μέχρι σήμερα. Γιατί δεν δημοπρατούνται μέχρι σήμερα προς όφελος του Δημοσίου οι ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συχνότητες. Γιατί δεν αναζητούνται από τις αρμόδιες διεθνείς αρχές στοιχεία για συμμετοχή σε υπεράκτιες εταιρείες και για ύπαρξη τραπεζικών λογαριασμών σε διεθνείς φορολογικούς ή τραπεζικούς παραδείσους Ελλήνων πολιτών που είναι υπόχρεοι σε δήλωση «πόθεν έσχες».
ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ στοιχειώδεις υποχρεώσεις μιας πολιτείας που αναγνωρίζει ότι οι θυσίες των πολιτών για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, οφείλουν να κατανέμονται δίκαια και αναλογικά. Διαφορετικά, κάθε ανισομερής κατανομή σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας των μεσαίων και ασθενέστερων στρωμάτων της κοινωνίας υπέρ των «παραδοσιακών» εφαψιών της πολιτικής εξουσίας, συσπειρώνει την δυναμική μιας δίκαιης οργής ικανής να σαρώσει στο πέρασμα της θεσμούς και πρόσωπα.
ΠΗΓΗ: PARASKHNIO ΚΑΙ NEWSNOW